τριγωνομέτρηση

τριγωνομέτρηση
η, Ν
καταμέτρηση με τριγωνισμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρίγωνο + μέτρηση. Η λ., στον λόγιο τ. τριγωνομέτησις, μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”